ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ
Η αναθεώρηση του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας 1985, το οποίο εκπονήθηκε επί υπουργίας του αείμνηστου Αντώνη Τρίτση, δεν προωθείται εν κενώ. Εδώ και αρκετά χρόνια, ιδιαίτερα πρόσφατα, τα κινήματα για την πόλη και το περιβάλλον ερχόμαστε σε σύγκρουση με αποφάσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ, που ενισχύουν δομικές παθογένειες των αναπτυξιακών επιλογών για την Αττική, στα συμφραζόμενα του εθνικού και ευρωπαϊκού χώρου και συγκροτούν μια γενικευμένη επίθεση στο περιβάλλον και τον δημόσιο χώρο της πόλης. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική, ο σκληρός πυρήνας της οποίας εξακολουθεί να ισχύει παρά την οικονομική, κοινωνική και οικολογική κρίση, συνηγορεί υπέρ συγκεντρωτικών, περιβαλλοντικά επιζήμιων, ανισομερών και άνισων χωροταξικών και κοινωνικοταξικών επιλογών. Το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αττικής αποτελεί επιτομή αυτής της ταυτόχρονα οικονομικής, κοινωνικής και χωρικής πολιτικής.
Το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας 1985 εκπονήθηκε σε μια εποχή υψηλών προσδοκιών, κυρίως στον προοδευτικό επιστημονικό κόσμο, για τη λειτουργία του σχεδιασμού ως εργαλείου ισόρροπης ανάπτυξης, περιβαλλοντικού ελέγχου, οικιστικής αναβάθμισης και περιορισμού των κοινωνικών χωρικών ανισοτήτων. Η φιλοσοφία του ΡΣΑ 1985 ανατράπηκε σταδιακά στην πράξη, λόγω έλλειψης πολιτικών εφαρμογής, σχεδίων εξειδίκευσης και συγκεκριμένων παραβιάσεων, κυρίως την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων. Παρ’ όλ’ αυτά, το ΡΣΑ 1985 αποτέλεσε πολλές φορές ανάχωμα σε επιζήμιες χωρικές επεμβάσεις και πολύτιμο εργαλείο για τις προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Η πλήρης ανατροπή του συντελείται, στο όνομα της επικαιροποίησης, με το νέο Ρυθμιστικό Αττικής. Από την εποχή της εκπόνησής του μέχρι σήμερα, σε διάστημα 24 χρόνων, πολλά προβλήματα έχουν παροξυνθεί στην Αττική. Η άναρχη συσσώρευση δραστηριοτήτων εντός και εκτός του αστικού χώρου, η οικιστική επέκταση και η εκτός σχεδίου δόμηση, η κατασπατάληση των φυσικών πόρων και της γεωργικής γης, η συρρίκνωση των δασικών εκτάσεων, η εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση δημόσιας γης, ο περιορισμός της προσβασιμότητας στις ακτές, η κυκλοφοριακή ασφυξία, η ένταση των κοινωνικών, ταξικών ανισοτήτων στο χώρο, όλ’ αυτά αποτελούν καθημερινά αναγνωρίσιμες επιπτώσεις του αναπτυξιακού και χωρικού προτύπου της Αττικής. Δεν αποτράπηκαν, όχι μόνο λόγω ανεπάρκειας του ΡΣΑ 1985 αλλά επειδή ακολουθήθηκαν εκ διαμέτρου αντίθετες πολιτικές κατευθύνσεις από αυτές που το ΡΣΑ 1985, έστω ανεπαρκώς προδιέγραφε.
Θα προχωρήσουμε σε μια συστηματική ανάγνωση του σχεδίου νόμου.
ΥΠΕΡΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΣΜΟΣ – ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟ
ΓΕΝΙΚΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ
Το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αττικής δεν μπορεί ν’ αξιολογηθεί ανεξάρτητα από το Γενικό Χωροταξικό Σχέδιο (ΓΧΣ), που ψηφίστηκε το 2008, όχι μόνο γιατί, όπως το ίδιο το σχέδιο νόμου αναφέρει, «επέχει και θέση Περιφερειακού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού της Περιφέρειας Αττικής» αλλά και γιατί στο Γενικό Χωροταξικό αποτυπώνονται σαφέστερα οι σχέσεις της περιφέρειας Αττικής με τις άλλες περιφέρειες της χώρας και οι στρατηγικές κατευθύνσεις του αναπτυξιακού προτύπου, το οποίο αναπαράγεται και οργανώνεται χωρικά.
Ο μεγάλος ασθενής της πολιτικής των αναπτυξιακών επιλογών και του χωροταξικού προτύπου είναι η περιφερειακή ανάπτυξη, που πρέπει να αποτελεί το όχημα των αναγκαίων αναδιαρθρώσεων με στόχο να αρθούν οι ανισότητες κατά περιφέρεια και κλάδο και να ανατραπούν οι σημερινές περιφερειακές ανισορροπίες. Όσον αφορά, όμως, την ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη, το εισηγητικό κείμενο του ΓΧΣ αναφέρει, ως εξωτερικός παρατηρητής, τα εξής «Διαπιστώνεται ότι κύριοι εθνικοί πόλοι ανάπτυξης παραμένουν τα μητροπολιτικά κέντρα της Αθήνας και Θεσσαλονίκης καθώς αποτελούν τα βασικά διοικητικά κέντρα της χώρας, διαθέτουν δε υποδομές που ενισχύουν τη θέση τους ως τόπων προσέλκυσης κάθε είδους επενδύσεων…Εκτιμάται ότι ο ρόλος των δύο κύριων εθνικών πόλων θα ισχυροποιηθεί περαιτέρω, ωστόσο η σχετική σπουδαιότητα τους θα μειούται όσο θα αυξάνει η ελκυστικότητα των λοιπών εθνικών πόλων ανάπτυξης...με την προώθηση κατάλληλων παρεμβάσεων και κυρίως με την ολοκλήρωση των μεγάλων οδικών αξόνων και των λοιπών υποδομών».
Αν δούμε αυτές τις διαπιστώσεις συνδυασμένες με τη «χωρική οργάνωση των κύριων εθνικών πόλων και αξόνων ανάπτυξης …», που εξειδικεύει τις κατευθύνσεις ανάπτυξης, τότε προκύπτει σαφώς ότι οι ονομαζόμενοι λοιποί πόλοι: Πάτρα, Λάρισα- Βόλος, Ιωάννινα, Κομοτηνή-Αλεξανδρούπολη, Ηράκλειο-Χανιά, θα αναπτυχθούν κυρίως μέσω της ενίσχυσης των μεταφορικών τους υποδομών και δικτύων. Καμιά ουσιαστική αποκέντρωση, μόνο δρόμοι. Ορθώς, λοιπόν, η πολεοδόμος κ. Ράνια Κλουτσινιώτη, από τους επικεφαλής της ομάδας που εκπόνησε τη μελέτη του ΓΧΣ, είχε υπενθυμίσει στο σχετικό δημόσιο διάλογο πριν 1 χρόνο ότι «στην Ελλάδα δεν υπάρχουν 13 περιφέρειες αλλά μία και μόνη με κέντρο την Αθήνα» και ότι το ΓΧΣ αγνοεί τις προτάσεις της μελέτης και δεν προτείνει καμιά διαφορετική διοικητική δομή και άλλου τύπου οργάνωση των δικτύων της χώρας (Αυγή, 17-5-2008).
Σ’ αυτό το ήδη διαμορφωμένο πλαίσιο, το σχέδιο νόμου αφού αναφερθεί εξαντλητικά στους στρατηγικούς στόχους του, που ενισχύουν την περιφέρεια της Αττικής με παλιές και νέες δραστηριότητες εθνικής και υπερεθνικής εμβέλειας, προσθέτει επικουρικά ως ειδικό στόχο την «αποθάρρυνση και σταδιακή αποκέντρωση δραστηριοτήτων που μπορούν να χωροθετηθούν σε άλλες περιφέρειες και δεν είναι αναγκαίες για την ολοκλήρωση της οικονομικής βάσης της Αττικής». Επίσης, αναφέρει ως ειδικό στόχο «τη σταθεροποίηση ή περιορισμένη αύξηση του πληθυσμού της Αττικής και την ποσοστιαία μείωσή του ως προς το συνολικό πληθυσμό της χώρας».
Αλλά και αυτή η παρεμπίπτουσα αναφορά στον συγκεντρωτισμό εξανεμίζεται ήδη , όχι μόνο γιατί αντιφάσκει σε διακηρυκτικό επίπεδο με τους στρατηγικού στόχους αλλά και γιατί, όταν το ΡΣ Αττικής εξειδικεύει τους στόχους, προσθέτει αντί να αφαιρεί έργα και δραστηριότητες. Νέα μεγάλα έργα υποδομής, νέες χωρικές συγκεντρώσεις μεταποιητικών δραστηριοτήτων, ενίσχυση του τουρισμού, όλ’ αυτά δημιουργούν νέα υπερσυγκέντρωση αντί για αποφόρτιση της περιφέρειας Αττικής.
ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ
Ένα δεύτερο μεγάλο κενό του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αττικής αφορά στην κλιματική αλλαγή. Οποιαδήποτε χωροταξική ρύθμιση πρέπει να ενσωματώνει σήμερα, σε συνθήκες βαθιάς οικολογικής κρίσης της Αττικής, την περιβαλλοντική διάσταση, πολύ περισσότερο που η Ελλάδα δεν έχει ακόμα επί της ουσίας συμμορφωθεί με τους στόχους του Κιότο, ήδη ανεπαρκείς για ν’ αναστρέψουν την κλιματική αλλαγή.
Η μοναδική αναφορά του σχεδίου νόμου στο θέμα της κλιματικής αλλαγής γίνεται σε μόλις 2 γραμμές ενός επιμέρους, τελευταίου στη σειρά μεταξύ άλλων περιβαλλοντικών στόχων, οι οποίοι αντιφάσκουν με τους υπόλοιπους στόχους του ΡΣΑ. Αναφέρεται συγκεκριμένα : «τήρηση των διεθνών δεσμεύσεων της χώρας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της χρήσης περιβαλλοντικών τεχνολογιών».
Βεβαίως το σχέδιο νόμου επανέρχεται στο άρθρο 21 : Προστασία και ανάδειξη του φυσικού περιβάλλοντος, στο θέμα της κλιματικής αλλαγής, όμως με καθαρά διαχειριστικό τρόπο αναφερόμενο «σε πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου προσδιορίζεται η συμβολή της Αττικής στην εκπομπή των αερίων του θερμοκηπίου», κ.λπ., κ.λπ.
Αλλά η κλιματική αλλαγή δεν αντιμετωπίζεται με εκ των υστέρων μικροεπεμβάσεις σ’ ένα δεδομένο αναπτυξιακό πρότυπο, το οποίο θέτει διεθνώς εν αμφιβόλω την επιβίωση του πλανήτη και ανατρέπει ήδη τις βάσεις αναπαραγωγής των ανθρώπινων κοινωνιών. Το ελληνικό αναπτυξιακό πρότυπο, που βασίστηκε στην οικοδομή, στα μεγάλα τεχνικά έργα και τον τουρισμό, έχει εξαντλήσει τις δυνατότητες αναπαραγωγής του και η εμμονή σ’ αυτό υπονομεύει τις όποιες δυνατότητες αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Η κλιματική αλλαγή παράγει η ίδια τους όρους περαιτέρω επιδείνωσης του κλίματος . Για παράδειγμα «στη δεκαετία 1991-2000 κάηκαν 103 τ.χλμ., σχεδόν το 4 % της επιφάνειας του νομού, από τα οποία 2,3 τ.χλμ. οικοδομήθηκαν. Ειδικά στην Πεντέλη χάθηκαν 31,7 τ.χλμ. ,από τα οποία έγιναν τσιμέντο 1,4 τ.χλμ. Η αναδάσωση και η αναγέννηση των καμένων περιοχών καλύπτει 20 τ.χλμ. που σημαίνει απώλεια 83 τ.χλμ. δασικών περιοχών, το 24% της δασοκάλυψης του 1990. Οικοδομήθηκαν, επίσης, άλλα 58 τ.χλμ. αγροτικής γης, το 1,9% του νομού» (στοιχεία από Ελευθεροτυπία 30/5/2009, Αφιέρωμα στο ΡΣΑ : Χ. Τζαναβάρα).
Με αυτά τα δεδομένα, η άνοδος της θερμοκρασίας κατά τους θερινούς μήνες, η μείωση των βροχοπτώσεων και οι κίνδυνοι από την εξάπλωση των αστικών χρήσεων, πολλαπλασιάζουν τις πιθανότητες πυρκαγιών και περαιτέρω μείωσης των πράσινων και επωφελών για το κλίμα πνευμόνων.
Μεταφορές , αναπλάσεις
Το ΡΣ Αττικής μπορεί διακηρυκτικά να ομνύει στις αναπλάσεις, στα δημόσια μέσα μεταφοράς και στον περιορισμό της χρήσης του ΙΧ αυτοκινήτου και επομένως της μείωσης των εκπομπών CO2, βασικού αέριου ρύπου που ενοχοποιείται για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Με συγκεκριμένες, όμως, παρεμβάσεις ανατρέπει αυτή τη διακήρυξη. Θεσμοθετεί την περαιτέρω διάβρωση του Υμηττού με νέους αυτοκινητόδρομους, ταυτοχρόνως καταστρέφοντας το βουνό και ενισχύοντας τη χρήση του ΙΧ (άρθρο 26, περί οδικού Δικτύου). Υπονομεύει το Μητροπολιτικό Πάρκο στο Ελληνικό, εμφυτεύοντας μια νέα «αστική ανάπτυξη μικτών χρήσεων διοίκησης, επιχειρήσεων, τουρισμού και κατοικίας». Στο πρόγραμμα ανάπλασης ευρύτερης περιοχής Λιμένα Πειραιά εντάσσει ήδη διακηρυγμένα σχέδια που αφορούν «την ανάπλαση της παράκτιας ζώνης Δραπετσώνας – Κερατσινίου με χρήσεις που στηρίζουν και αναδεικνύουν τον διεθνή ρόλο του Λιμένα Πειραιά ως Κέντρο Ναυτιλιακών Επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με χρήσεις πολιτισμού και τουρισμού – αναψυχής». Όσον αφορά τον Ελαιώνα το ΡΣ Αττικής αναφέρεται «στην ανάπλασή του με επιχειρηματικά πάρκα, δημόσια διοίκηση και κέντρα μεταφορών, βιομηχανικούς θύλακες και πάρκα πρασίνου, αναψυχής αθλητισμού και πολιτισμού».
Το ΙΧ παραμένει, λοιπόν, ισχυρό μέσο μετακίνησης, πόσο μάλλον που σήμερα ενισχύεται με οικονομικά κίνητρα η απόκτησή του. Οι αναπλάσεις δεν γίνονται εργαλεία ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγή αλλά μέσα κερδοφορίας του μεγάλου κατασκευαστικού κεφαλαίου, προσθέτοντας κτιριακούς όγκους και χρήσεις που επιβαρύνουν τα κλιματικά δεδομένα.
Βέβαια, η προσέγγιση του ΡΣ Αττικής στις μεταφορές αποτελεί εν μέρει αναγκαστική απόρροια των βασικών στρατηγικών στόχων του, στους οποίους ορίζεται κατά προτεραιότητα ο διαμετακομιστικός ρόλος της Αττικής ως συνδέσμου μεταξύ ΕΕ, Ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής, η ένταξή της στα ευρωπαϊκά δίκτυα και η δικτύωση που συνάγεται, εξ’ αυτής τη θέσης, με τις υπόλοιπες περιφέρειες της χώρας, απέναντι στις οποίες λειτουργεί ανταγωνιστικά. Το πλέγμα των αναπτυξιακών αξόνων , όπως προσεγγίζεται στο άρθρο 12:στρατηγικοί άξονες και πόλοι ανάπτυξης, αντιλαμβάνεται τους οδικούς άξονες ως συσσωρευτές νέας ανάπτυξης.
Ορεινοί όγκοι
Στην ανάγνωση με κριτήριο την κλιματική αλλαγή εντάσσονται και οι αναφορές του ΡΣ Αττικής στους ορεινούς όγκους (παράρτημα του άρθρου 21). Εδώ οι ορεινοί όγκοι ορθώς μεν εγγράφονται στα δίκτυα των χώρων αναψυχής, πλην, όμως, δεν προστατεύονται ως δασικά οικοσυστήματα. Για παράδειγμα, ο ορεινός όγκος του Υμηττού ονομάζεται «ενιαίο περιαστικό πάρκο αναψυχής και πολιτισμού», ο ορεινός όγκος της Πάρνηθας καθορίζεται σαν "περιοχή υψηλής προστασίας στο μεγαλύτερο τμήμα του», γιατί στο μικρότερο ήδη επεκτείνεται το Καζίνο και προωθείται η Τεχνόπολη, θέματα για τα οποία υπάρχουν προσφυγές πολιτών στο ΣτΕ.
Η Αττική διαθέτει ένα πλήθος ανενεργών ή προς μετεγκατάσταση στρατοπέδων. Οι μεγάλοι αυτοί ελεύθεροι χώροι θα μπορούσαν πράγματι ν’ ανακουφίσουν το Αττικό οικοσύστημα, αλλά στο ΡΣ Αττικής δεν υπάρχει καμιά μνεία γι’ αυτούς.
ΧΩΡΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ
Οι γενικές κατευθύνσεις για την ανάπτυξη των χωρικών ενοτήτων αναπαράγουν τις σημερινές παθογένειες και τους ταξικούς διαχωρισμούς. Η Χωρική Ενότητα Ανατολικής Αττικής – Μεσογείων, που έχει υποστεί μεγάλες πιέσεις λόγω Αεροδρομίου, ανασυγκροτείται ως ο δεύτερος μετά την Αθήνα και τον Πειραιά πόλος ανάπτυξης, δηλαδή ως πόλος επιπλέον συσσώρευσης όλων των δυνατών λειτουργιών.
Είναι προφανές ότι αυτή η εξωαστικοποίηση θα διαχυθεί σταδιακά προς τη Χωρική Ενότητα ΝΑ Αττικής- Λαυρεωτικής.
Η Χωρική Ενότητα Βόρειας Αττικής, θεωρητικά απολαμβάνει της μεγαλύτερης προστασίας, εν αντιθέσει προς τη Δυτική Αττική στην οποία θα συσσωρευτεί μεγάλο μέρος των σύγχρονων αναπτυξιακών δραστηριοτήτων, κυρίως δευτερογενούς αλλά και τριτογενούς τομέα καθώς και περαιτέρω οικιστικής ανάπτυξης.
Η αντίληψη του ΡΣ Αττικής είναι η ενίσχυση της ανάπτυξης στο σύνολο της περιφέρειας, πλην, όμως, διατηρείται και ενισχύεται η ταξική διαίρεσή τη, από τον αναπτυξιακό άξονα Ανατολής – Δύσης, σε Ανατολική και Δυτική Αττική. Όπως αναφέρεται στο άρθρο 12 «ο χαρακτήρας αυτού του άξονα διαφοροποιείται από τα ανατολικά προς τα δυτικά, με έμφαση στις επιχειρηματικές δραστηριότητες επιτελικού χαρακτήρα και στις υπηρεσίες τριτογενούς στο ανατολικό και κεντρικό τμήμα του, και έμφαση στις μεταποιητικές, εμπορευματικές/ μεταφορικές και αποθηκευτικές λειτουργίες στο δυτικό σκέλος του».Ανάλογα διαχωριστικά λειτουργεί και ο αναπτυξιακός άξονας Βορρά – Νότου. Η Δυτική Αθήνα και το Θριάσιο παραμένουν οι υποδοχείς των πιο οχλουσών χρήσεων, οι οποίες είναι αμφίβολο αν θα οργανωθούν χωρικά και θα ελεγχθούν, όπως διατείνεται το ΡΣΑ.
Τούτων δεδομένων είναι αμφίβολη η εσωτερική αναδιανομή της χωρικής ανάπτυξης με τα νέα προτεινόμενα κέντρα. Σε κάθε περίπτωση, ο στόχος δεν είναι η αποφόρτιση της Αττικής, η οποία μπορεί να συντελεστεί και μέσω διαρθρωτικών ανακατατάξεων, αλλά η νέα επιπλέον ανάπτυξη, παλαιού τύπου, η οποία επεκτείνεται χωρικά σε πολύ μεγαλύτερες από τις σημερινές περιοχές.
Είναι φανερό ότι ο μεγάλος χαμένος θα είναι η ελάχιστη εναπομείνασα αγροτική παραγωγή, όχι μόνο γιατί η γεωργική γη θα δεχθεί όλες τις πιέσεις από την εξωαστικοποίηση αλλά και γιατί δεν θα μπορεί να διασφαλιστεί η ασφάλεια των παραγόμενων προϊόντων λόγω της παραγόμενης από ασύμβατες δραστηριότητες ρύπανσης. Αυτό που σήμερα συμβαίνει στη Βοιωτία μεταφέρεται ήδη στην Αττική.
ΟΙΚΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Ο στόχος του ΡΣ Αττικής είναι η «οικιστική ανάπτυξη (πρώτη και δεύτερη κατοικία) να διοχετεύεται κατ’ αρχήν στις υφιστάμενες πόλεις και οικισμούς ενώ οι επεκτάσεις των σχεδίων πόλης ή νέες αναπτύξεις να είναι περιορισμένες». Πώς, όμως, θα γίνει αυτό όταν στην αμέσως επόμενη παράγραφο θεωρούνται αποδεκτές οι νέες επεκτάσεις και προωθούνται «νέα ιδιωτικά προγράμματα οικιστικών αναπτύξεων για λόγους προώθησης καινοτομικών μορφών οργανωμένης πολεοδόμησης και στέγασης», βλέπε για λόγους επικερδών επενδύσεων του μεγάλου κατασκευαστικού κεφαλαίου. Πώς θα επιτευχθεί η οικιστική ανάσχεση και η διαφύλαξη της γεωργικής γης όταν διατηρείται σε ισχύ η εκτός σχεδίου δόμηση ;
ΕΜΠΟΡΙΟ, ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ , ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ
Στο πλαίσιο του διαμετακομιστικού ρόλου της Αττικής διογκώνεται ο τομέας του Χονδρικού Εμπορίου και Εφοδιαστικής. Προωθείται στις κεντρικές περιοχές, εκτός κέντρου και σε περιοχές ανενεργών χρήσεων και ζώνες επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, η χωροθέτηση μεγάλων εμπορικών κέντρων – βλέπε Malls, τα οποία σήμερα καταδυναστεύουν την πόλη και το λιανικό εμπόριο (Μαρούσι, Βοτανικός, κτήμα Καμπά, Γαλάτσι, κ.λπ.).
Προωθούνται νέες σύγχρονες μορφές τουρισμού και ταυτόχρονα επιτρέπονται όλες οι παλαιότερες που έχουν δημιουργήσει μεγάλα περιβαλλοντικά προβλήματα και αποκλείσει την πρόσβαση των κατοίκων του λεκανοπεδίου στις ακτές.
Επιτρέπονται, επίσης, όλες οι μορφές μεταποίησης, σχεδόν στο σύνολο της περιφέρειας, με έμφαση στην περαιτέρω ανάπτυξη των ήδη διαμορφωμένων βιομηχανικών περιοχών.
ΕΝΕΡΓΕΙΑ, ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ
Σχετικά με το ενεργειακό σύστημα της περιφέρειας, στο σχέδιο νόμου περιλαμβάνεται απλώς η ενθάρρυνση της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Για δε την ανακύκλωση, απαριθμούνται αρκετές περιπτώσεις αποβλήτων, πλην, όμως, δεν διαγράφονται σαφείς άξονες στρατηγικής για τη μετατροπή του μεγάλου όγκου των παραγόμενων απορριμμάτων σε ανακυκλώσιμα υλικά, πράγμα που θα επιτρέψει και τη μετάβαση από τους ΧΥΤΑ (χώροι υγειονομικής ταφής αποβλήτων) στους ΧΥΤΥ (χώροι υγειονομικής ταφής υπολειμμάτων)
ΣΗΜΕΙΑΚΕΣ ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ
ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
Το ΡΣ Αττικής περιλαμβάνει εκτός από τις μεγάλης κλίμακας αναπλάσεις και μικρότερες επεμβάσεις για τη βελτίωση του οικιστικού περιβάλλοντος και των ιστορικών πυρήνων των οικισμών, σε συνδυασμό με τη λογική των δικτύων των ελεύθερων χώρων. Όμως, οι σημειακές αυτές αναπλάσεις κινδυνεύουν ν’ αποτελέσουν το ανάλογο του Ολυμπιακού Πρασίνου, το οποίο παρουσιάστηκε ως μέτρο αναπλήρωσης των πράσινων χώρων οι οποίοι είχαν δραστικά περιοριστεί λόγω των Ολυμπιακών Έργων. Το Ολυμπιακό Πράσινο δεν υλοποιήθηκε ποτέ και τα τετραγωνικά μέτρα πρασίνου ανά κάτοικο περιορίστηκαν.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το ΡΣ Αττικής πρέπει να διαβαστεί ως μια συνολική πρόταση που υποβάλλουν η κυβέρνηση και το ΥΠΕΧΩΔΕ σε συνθήκες οικονομικής, κοινωνικής και οικολογικής κρίσης. Απ’ αυτή τη σκοπιά δεν απαντά στα μείζονα αλλά ούτε και στα επιμέρους προβλήματα του Λεκανοπεδίου, τα οποία ως κινήματα για την πόλη, το περιβάλλον και την οικολογία αντιμετωπίζουμε καθημερινά. Αντίθετα, το ΡΣΑ προδιαγράφει τις πολιτικές επιδείνωσής τους.
Κάθε φορέας επιβάλλεται ν’ αναγνωρίσει το αντικείμενό του στο επιμέρους, που τον αφορά άμεσα και στο γενικό, που, επίσης, τον αφορά γιατί οι δομικές παθογένειες του αναπτυξιακού προτύπου της Αττικής παραμορφώνουν, σε διαφορετικό μεν βαθμό αλλά τελικά όλες τις περιοχές της.
Επιμένω ότι το περιεχόμενο ενός Ρυθμιστικού Σχεδίου, που θα απαντούσε σε βάθος χρόνου στα συσσωρευμένα προβλήματα, θα έπρεπε να προκύψει, στη βάση δύο κριτηρίων: της αποκέντρωσης και της ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής. Το ΡΣΑ απαντά από τη σκοπιά της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και της ελευθερίας της αγοράς στο χώρο, γι’ αυτό και διαιωνίζει τα προβλήματα της Αττικής.
Ελένη Πορτάλιου
καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής Σχολής ΕΜΠ
δημοτική σύμβουλος δήμου Αθηναίων με την Ανοιχτή Πόλη
17/6/2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου